Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2007

T.S. Eliot


Μάτια που δεν μπορώ ν'αντικρύσω στα όνειρα
στου θανάτου την βασιλεία των ονείρων
αυτά δεν φανερώνονται
Εκεί τα μάτια είναι
ήλιος σε σπασμένη στήλη
εκεί ένα δέντρο σειέται
κι'οι φωνές είναι
στου αγέρα το τραγούδισμα
πιό απόμακρες πιό επίσημες
από τ'άστρο που σβήνει.

Ας μην έρθω κοντύτερα
στου θανάτου τη βασιλεία των ονείρων
κι'ας φορέσω ακόμη
τέτοια μελετημένα μασκαρέματα
ποντικιού τομάρι, κόρακα πετσί, σταυρωτά ραβδιά
σ'ένα χωράφι
κάνοντας όπως κάνει ο άνεμος
όχι κοντύτερα.

Οχι το τελευταίο τούτο συναπάντημα
στη δειλινή βασιλεία
τούτη είναι η πεθαμένη χώρα
τούτη είναι του κάκτου η χώρα
εδώ τα πέτρινα ομοιώματα
υψώνονται, εδώ είναι που δέχονται
την ικεσία του χεριού ενός πεθαμένου
κάτω από το παίξιμο του άστρου που σβήνει.

Ετσι είναι τα πράγματα
στου θανάτου την άλλη βασιλεία
ξυπνάς μοναχός
την ώρα εκείνη
που τρέμεις τρυφερός
χείλια που θα φιλούσαν
λεν προσευχές στην σπασμένη πέτρα.

Δεν είναι εδώ τα μάτια
εδώ δεν είναι μάτια
στο λαγκάδι των άστρων που πεθαίνουν
στο κούφιο αυτό λαγκάδι
τούτη η σπασμένη σιαγών απ'τις χαμένες βασιλείες μας

Στο τελευταίο τούτο συναπάντημα
μαζί ψηλαφούμε
κι'αποφεύγουμε τα λόγια
μαζεμένοι στην άκρη του φουσκωμένου ποταμιού

Χωρίς βλέμμα, εκτός
αν ξαναφανούν τα μάτια
σαν τ'άστρο το αιώνιο
το εκατόφυλλο ρόδο
της δειλινής βασιλείας του θανάτου
η ελπίδα μόνο
άδειων ανθρώπων.

Απόσπασμα από την Ερημη Χώρα του T.S. Eliot
μετάφραση Γιώργου Σεφέρη
εκδόσεις Ικαρος